loading icon

Σχετικά με τον καλλιτέχνη

Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1945 και σπούδασε χαρακτική στην ΑΣΚΤ με τον Κ. Γραμματόπουλο (1963-1968). Με υποτροφία της DAAD συνέχισε τις σπουδές του στο Μόναχο (Academie der Bildenden Kunste, 1970-1976). Στη συνέχεια προσκλήθηκε από το Καλλιτεχνικό Πρόγραμμα της πόλης του Δυτικού Βερολίνου, όπου εγκαταστάθηκε έως το 1986. Κατά την παραμονή του στη Γερμανία ανέπτυξε σημαντική καλλιτεχνική δραστηριότητα, συμμετέχοντας και σε συλλογικά σχήματα. Στην Ελλάδα, συμμετείχε στην ίδρυση της ομάδας των «Νέων Ελλήνων Ρεαλιστών» (1971-1973). Συμμετείχε επίσης στην ίδρυση του Κέντρου Εικαστικών Τεχνών (ΚΕΤ, 1974- 1976). Το 1986 εγκαταστάθηκε στις Βρυξέλλες και το 1993 επέστρεψε οριστικά στην Ελλάδα. Το 1994 εξελέγη τακτικός καθηγητής ζωγραφικής στην ΑΣΚΤ, όπου δίδαξε έως το 2012. Έχει κάνει δεκάδες ατομικές εκθέσεις σε όλο σχεδόν τον κόσμο, σε γκαλερί, πινακοθήκες και μουσεία. Συμμετείχε επίσης σε πολλές ομαδικές και διεθνείς εκθέσεις. Στην Ελλάδα έχουν γίνει αρκετές αναδρομικές παρουσιάσεις της δουλειάς του (1987-88, 1995, 1998, 2001, 2005, 2009). Το 2004 δημιούργησε τη μεγάλη εικαστική εγκατάσταση Σταθμός Ειρήνη για τον ομώνυμο σταθμό των ΗΣΑΠ. Έχουν εκδοθεί πολυάριθμα λευκώματα για το έργο του, μονογραφικές μελέτες και βιβλία με κείμενα και δοκίμιά του για την τέχνη.

Σχετικά με την έκθεση

Το «Λεμονοδάσος – Ημερολόγια ενός καλοκαιριού» στην γκαλερί CITRONNE είναι μία ενότητα από 67 νέα έργα, νεκρές φύσεις. O τίτλος της έκθεσης παραπέμπει αμέσως στο ομώνυμο δάσος στον Γαλατά, στην ακτή της Πελοποννήσου -το οποίο, όμως, αποδίδεται στον Πόρο και έχει απαθανατιστεί μέσα στο ομότιτλο βιβλίο του Κοσμά Πολίτη.

Ο Γιάννης Ψυχοπαίδης στην σειρά αυτών των έργων επαναπροσεγγίζει την «Νεκρή Φύση», η οποία, εξ ορισμού, έχει να κάνει με στοιχεία αποκεκομμένα από την ροή της ζωής, αλλά συμβολοποιούμενα ως κομμάτια του φυσικού βίου. Η αντίφαση της ονομασίας, νεκρός και φύση, δηλαδή ζωή και θάνατος, αποτελεί μια πρώτη ένδειξη για την διαλεκτική ανάγνωση της Ιστορίας από τον καλλιτέχνη.

Όλα τα έργα αναπτύσσονται μέσα σε ένα μαύρο φόντο. Κεντρικό και κοινό σημείο της εικαστικής σκηνοθεσίας είναι το λεμόνι, τα λεμόνια. Καρπός που συνδέεται με τον μεσογειακό πλούτο, φυσικό και πολιτισμικό, το λεμόνι βρίσκεται στην καθημερινότητα των ανθρώπων, άλλοτε ως έδεσμα, άλλοτε ως γιατρικό, άλλοτε ως σύμβολο του ορθοδόξου μυστηρίου- ακόμη και ως γυναικείο όνομα.

Τα λεμόνια αυτά, ως «νεκρά φύσις», συνυπάρχουν με φαινομενικά ετερόκλητα αντικείμενα: θραύσματα αγαλμάτων, καρτ ποστάλ, φωτογραφίες, εργαλεία μετρήσεων και χειρονακτικής εργασίας. Με αυτή την σκηνοθετική διαδικασία, ο καλλιτέχνης αποτυπώνει ίχνη από μνήμες, από εικόνες, από παραστάσεις. Πρόκειται για επιστρώσεις του χρόνου, οι οποίες συγχέουν τις περιόδους μεταξύ τους, αλλά ταυτοχρόνως καλλιεργούν την ιδέα του «γραπτού μνημείου», του ντοκουμέντου. Ο ρεαλιστικός τρόπος της αποτύπωσης και η εικαστική τεχνική ενός ψευδο-κολάζ εντείνουν την αίσθηση αυτή.

Ο Γιάννης Ψυχοπαίδης αναπτύσσει ένα ολόκληρο σύστημα συμβόλων. Τα έργα αυτής της ενότητας είναι επιμέρους τμήματα ενός σπονδυλωτού έργου, έργα –σελίδες ενός εικαστικού ημερολογίου. Οι χρυσοί καρποί συνοδεύονται από στοιχεία της καθημερινότητας: το ψωμί, «ὁ ἄρτος ὁ ἐπιούσιος», το θεμελιακό σύμβολο της επιβίωσης, το οποίο εξελίσσεται ιστορικά σε κοινωνικό αίτημα· χρηστικά αντικείμενα, σύμβολα δουλειάς και μόχθου· άνθη και φρούτα, κλασική παραπομπή στην νεότητα και την γονιμότητα.

Δίπλα σε αυτές τις μαρτυρίες του βίου, ο Ψυχοπαίδης εγκαλεί τον θεατή σε ένα ηχηρό ̔memento mori ̔ με ίχνη του παρελθόντος και της ελλοχεύουσας Ιστορίας: σπασμένα αρχαία αγάλματα· φθαρμένα ξύλα, ναυάγια της θάλασσας· παλαιές φωτογραφίες με ακίνητα πρόσωπα· καρτ–ποστάλ με απολιθωμένες θαλασσινές εικόνες. Με αφετηρία έναν τόπο, το Λεμονοδάσος, στοιχείο της ταυτότητας του Πόρου, ο Γιάννης Ψυχοπαίδης ανοίγεται στον μεσογειακό πολιτισμό, στο φυσικό περιβάλλον, στην θάλασσα. Από το αποτύπωμα μιας προσωπικής ανάμνησης επεκτείνεται στην ευρεία και αναπόφευκτη συλλογική μνήμη.